πριαίμην

πριαίμην
πρίαμαι
buy
pres opt mid 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πρίαμαι — Α (αποθ. ρ. εύχρ. μόνον ως αόρ. α ἐπριάμην τού ρ. ὠνοῡμαι, έομαι) 1. αγοράζω κάτι σε μια ορισμένη τιμή («καὶ πρίασθαι... τὴν καπίθην ἀλεύρων ἢ ἀλφίτων τεττάρων σίγλων», Ξεν.) 2. πληρώνω τα τέλη, τους φόρους πόλεως 3. (σχετικά με δούλο) μισθώνω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”